Στόν ἑορταστικό κύκλο τῆς Ἐκκλησίας, τρεῖς ἑορτές εἶναι στενά συνδεδεμένες μέ ὁμοιότητες πού τίς κατατάσσουν στην ἴδια οἰκογένεια. Εἶναι ἡ ἑορτή τῆς Πεντηκοστῆς, τῶν Ἐπιφανείων καί τῆς Μεταμόρφωσης τοῦ Κυρίου. Οἱ ἑορτές ἑνώνονται μεταξύ τους λόγω τῆς τριαδικής τους φύσης.
Στήν Πεντηκοστή τό Ἅγιο Πνεῦμα μέ τήν κάθοδό Του ύπό τήν μορφή πυρίνων γλωσσῶν μᾶς εἰσάγει στά ἐνδότερα τῆς γνώσης τοῦ Θεοῦ, ἀποκαλύπτοντάς μας συγχρόνως πώς ή ζωή τῆς ὑπεραγίας Τριάδας μᾶς εἶναι πραγματικά προσιτή.
Στήν ἑορτή τῶν Ἐπιφανείων, τά Τρία Πρόσωπα τῆς ᾿Αγίας Τριάδας παρουσιάζονται ὑπό τήν μορφή ἁγιαστικῆς πράξης, προετοιμάζοντας τή σωτηρία μας μέ τή σωτηριώδη ἐνέργεια πού ξεχύνεται καί ἀγιάζει τόν κόσμο.
Στή Μεταμόρφωση, ή Αγία Τριάδα παρουσιάζεται πρώτα στή δόξα τοῦ Θείου ἀκτίστου φωτός. Δέν εἶναι τίποτε ἄλλο άπό φῶς, φῶς πού μεταλλάσσει τά πάντα μυστηριωδώς.
Ἡ κορυφή τοῦ Θαβωρείου ὄρους, πάνω στήν ὁποία ὁ Σωτήρας ἀνέβασε τούς ἐκλεκτούς μαθητές, γεμίζει ἀπό θεῖο φῶς, ἀπό τήν ἀνέκφραστη δόξα τῆς Θεότητας. Καί ἡ εἰκόνα τῆς ἐορτῆς γεμίζει ὁλόκληρη ἀπ' αὐτή τή διάχυση τοῦ θείου φωτός. Ὁλόκληρη ἡ ἐπιφάνεια τῆς εἰκόνας γίνεται «δοχεῖον» φωτός. Ἡ κατανομή τῶν ἀναπαραστάσεων πάνω στήν εἰκόνα, (ή φωτεινή νεφέλη πού ἐπισκιάζει τόν Κύριο, ἡ κίνηση τῶν ἀκτίνων πού σημαίνουν τίς θεϊκές ἐνέργειες-δυνάμεις, ή κίνηση τοῦ ὁρους Θαβώρ καί ἡ βίαιη πτώση τῶν ᾿Αποστόλων), ὅλα ὅσα συνθέτουν τή βάση τοῦ θέματος τῆς εἰκόνας μιλοῦν γιά τό φῶς καί καθορίζονται ἀπ᾿ αὐτό. Μέ φῶς εἶναι γεμάτη ἡ νεφέλη -δόξα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, πού καλύπτει τόν Κύριο καί τόν ντύνει μέ ἱμάτιο λευκό, γεμάτο από λεπτές χρυσές ἀκτῖνες πού δηλώνουν τήν ἀκτινοβολία τῆς Θείας δύναμης.
Ἡ λάμψη τοῦ φωτός, που ἐκπέμπει ὁ Κύριος, φωτίζει τα ροῦχα τοῦ Μωυσῆ καί τοῦ Ἠλία, τῶν πεσμένων κατά γῆς ᾿Αποστόλων καί τις προεξοχές τοῦ ὄρους Θαβώρ. Το ἴδιο το ορος μοιάζει να ἔχει έτοιμάσει από πάντα μὲ τὸ σχῆμα του τή θέση τοῦ Κυρίου καί με τις δυό πλαϊνές κορυφές του τή θέση τῶν συμπολιτῶν Του: ὁ Ἠλίας μεσιτεύει γιά τούς ζωντανούς καί ὁ Μωυσῆς γιά τούς νεκρούς. Το ροῦχο, τόσο τοῦ Κυρίου, ὅσο καί τῶν μαθητῶν του εἶναι ἀνασηκωμένο από δυνατόν ἀ έρα καί γεμάτο μυστηριώδες φῶς που βγαίνει από τον Σωτήρα. Οἱ Ἀπόστολοι άναπαριστώνται πεσμένοι κατά γῆς, σκεπάζοντας μέ τό ροῦχο τους το πρόσωπο. Η Θεότητα κατά τόν όρισμό τοῦ ἀρχιεπισκόπου Ιννοκεντίου τοῦ Κέρσου, κρυμμένη κάτω ἀπό «την σάρκα», ἔκανε την παρουσία της καταφανή καί ἔλαμψε σάν ἀστραπή. Η προσευχή ἀνήγειρε καί κατέδειξε την πληρότητα τῆς Θεότητας τοῦ Ἰησοῦ πού ἔμενε κρυμμένη μέσα στην ἀνθρωπότητά του τό φῶς διαπέρασε το σώμα καί ἔλαμ- ψε στο πρόσωπο τοῦ Θεανθρώπου. Στεφάνωσε καί μεταμόρφωσε τά ἴδια του τά ἐνδύματα.
Τό θαῦμα τῆς Μεταμόρφωσης δέν ἔγινε οὔτε μπροστά στο λαό οὔτε μπροστά σ' ὅλους τούς μαθητές, ἀλλά μόνο μπροστά σε τρεῖς πού ὁ Χριστός διάλεξε, ἱκανούς ν' ἀντέξουν τή θέαση αὐτῆς τῆς ἀβάσταχτης δόξας. Καί δέν εἶναι ξαφνικά πού ὁ Κύριος τοὺς ἔκανε μάρτυρες τῆς Μεταμόρφωσής Του, ἀλλά ἀφοῦ πρῶτα ἀνέβηκαν ὡς τήν κορυφή τοῦ ὄρους Θαβώρ δείχνοντας έτσι, πώς δέν μπορεῖ κανείς να γίνει μάρτυρας τῆς Μεταμόρφωσης τοῦ Κυρίου οπουδήποτε κι ὅπως να 'ναι, ἀλλά μετά ἀπό προσπάθεια «ἀνάβασης». Μέσα στήν ἐκκλησιαστική ζωή, αὐτοί πού ἐκλήθησαν γιά τή θεωρία ἀπό τά ὕψη αὐτῆς τῆς ἀνάβασης, εἶναι οἱ ἀσκητές. Ἡ ἀνάβαση στην κορυφή τῆς ἡσυχίας τούς ὁδηγεῖ στή θεωρία τοῦ θείου φωτός καί ἡ Ἐκκλησία διατηρεῖ ἕνα μεγάλο ἀριθμό από παραδείγματα γι' αὐτό τό φῶς, πού λάμπει μέ τήν ἐμπειρία τῆς ἀφοσίωσης στην προσευχή καί τή θεωρία. Γιά τή φύση αὐτοῦ τοῦ μυστηριώδους φωτός πού ἔλαμψε στη Μεταμόρφωση τοῦ Σωτήρα ὑπῆρξαν διαφωνίες καί δημιουργήθηκαν συζητήσεις γύρω ἀπό τό θέμα, κυρίως στα μοναστήρια τοῦ Ἁγίου Ὄρους πού ή κορυφή του στέφεται ἀπό τήν ἐκκλησία τῆς Μεταμορφώσεως. Στό Ἅγιον Ὄρος, ὅπου ἡ ἐσωτερική ἐμπειρία τῶν ἀσκητῶν «ἐν τῇ ἡσυχία»
(ἠσυχαστές) ἐνωνόταν με μια ἰδιαίτερη δύναμη στή θεω ρία τοῦ Θαβωρείου φωτός, προξενήθηκαν συζητήσεις γύρω από τη φύση αὐτοῦ τοῦ φωτός. Μερικοί ἀπό τούς διαφωνούντες, μὲ ἐπικεφαλῆς τὸν Βαρλαάμ, ὁ ὁποῖος ἐπηρεασμένος πό τη δυτική σχολαστική θεολογία πίστευε πώς τὸ φῶς πού εἶδαν οἱ μαθητές στο Θαβώρ δέν ἦταν τὸ ἄκτιστο φῶς, τὸ φῶς τοῦ ἴδιου τοῦ Θεοῦ, ἀλλά μια κτιστή ἐκδήλωση από μέρους τοῦ Θεοῦ καί πώς μποροῦσε νά τή δεῖ κανείς ἐξ αἰτίας αὐτοῦ τοῦ κτιστοῦ χαρακτήρα της.
Ὁ Βαρλαάμ θεωροῦσε ἐπίσης κτιστή κάθε ενέργεια τῆς Θείας Χάρης καί κάθε ἐκδήλωση τῶν θείων ἐνεργειών: «την γάρ κοινήν χάριν τοῦ Πατρός, Υἱοῦ καί τοῦ ἁγίου Πνεύματος, καί τό φῶς τοῦ μέλλοντος αἰῶνος, καθώς καί οἱ Δίκαιοι άπλῶς, πᾶσαν δύναμιν καί ἐνέργειαν τῆς τρισυποστάτου Θεότη- τος, καί τό πᾶν διαφέρον ὁπωσοῦν τῆς θείας φύσεως, κτιστόν εἶναι φρενοβλαβῶς ἐδογμάτισε...» (Συναξάριον τῆς Β΄ Κυριακῆς τῶν Νηστειῶν). Η ήσυχαστική ἔριδα τελείωσε με τη σύνοδο τῆς Κωνσταντινούπολης καί τήν ὁμολογία τῆς πίστεως τοῦ ἀγίου Γρηγορίου Παλαμᾶ πού ξεσκέπασε τον Βαρλαάμ καί τό σύντροφό του Ακίνδυνο, θεμελιώνοντας για πάντα τήν ὀρθόδοξη διδασκαλία γύρω ἀπό τή φύση τῆς Χάρης καί τῆς ἐνέργειας τοῦ Θεοῦ, ὅπως καί γιά τό φῶς στο Θαβώρ. Κατά τόν ἄγιο Γρηγόριο Παλαμᾶ τό φῶς πού εἶδαν οἱ μαθητές στο Ὄρος Θαβώρ δέν ἦταν ἕνα φῶς σχηματικό, δημιουργημένο, ἀλλά, μιά ἀκτινοβολία τοῦ ἴδιου τοῦ Θεοῦ, μιά ἀκτινοβολία τοῦ φωτός τῆς Χάρης τῆς ὑπεραγίας Τριάδας πού φωτίζει καί ἁγιάζει τόν σύμπαντα κόσμο.
«Τὸ φῶς τῆς Μεταμόρφωσης τοῦ Χριστοῦ γεμίζει μυστηριωδῶς τήν Ἐκκλησία κάνοντας φορεῖς τοῦ φωτός τήν ἀγγελική ἱεραρχία· σημεῖα τοῦ φωτός εἶναι οἱ ἅγιοι, τοῦ φωτός πού εἶναι ἀπό τώρα ὁ μέλλων Αἰών. Οἱ ἅγιοι δέν μαρτυροῦν μόνο γιά τό φῶς τοῦ Θαβώρ, ἀλλά αὐτοί οἱ ἴδιοι γεμίζουν ἀπό φῶς κοιτάζοντας κατά πρόσωπο τή δόξα τοῦ Κυρίου μας θά μεταμορφώνονται διά τοῦ Πνεύματος τοῦ Θεοῦ καί μεταβαίνουν από δόξης εἰς δόξαν'. πνευματ . Ἡ Μεταμόρφωση δίνει ἀκριβῶς τὴν εἰ- κόνα τῆς δικῆς μας μεταμόρφωσης» (Ἅγιος Ἰννοκέντιος τοῦ Κέρσου).
Νά μέ τί λόγια ὁ ἄγιος Συμεών ὁ νέος Θεολόγος μιλᾶ γιά τὸ φῶς: «Ἡ Χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, πού ἔρχεται σαν νοητό φῶς, ἔρχεται μέ γλυκύτητα καί φέρνει χαρά, δηλαδή ή ἀντανάκλαση τοῦ αἰωνίου φωτός καί ἡ λάμψη τῆς χωρίς τέλος μακαριότητας. Κάνει τόν ἄνθρωπο ἀγαπητό υἱό τοῦ Θεοῦ καὶ Θεό κατά τά μέτρα που μπορεῖ ὁ ἄνθρωπος να τον περιέχει». Λέει ἀκόμα πώς: «Ὁ νοῦς πού ἐνώνεται μέ τόν Θεό, γίνεται ὅπως τὸ φῶς. Εἶναι ἑπομένως φῶς καί βλέπει τὸ φῶς, δηλαδή τὸν Θεό. Ὁ νοῦς λογίζεται μόνον ἐνωμένος μ' αὐτό τό φῶς κι ἀγρυπνεῖ μέ ἐγρήγορση».
Στήν ἀναρίθμητη σειρά τῶν παραδειγμάτων που ἔχουμε γιὰ τὸ φῶς στο Θαβώρ, ἕνα ἀπ' αὐτά μᾶς εἶναι πολύ γνωστό καί οἰκεῖο τὸ φῶς πού γνωρίζουμε ἀπό τά θαύματα τοῦ ἁγίου Σεραφείμ. Ἡ ἐμφάνιση τοῦ φωτός τῆς θείας χάρης, που όλο κλήρωσε τή συζήτηση τοῦ ἁγίου μέ τό φίλο του Μοτοβίλωφ. ὅταν μιλοῦσαν σχετικά με το νόημα καί τόν προορισμό τῆς χριστιανικῆς ζωῆς. Σ' αὐτή τή συζήτηση ὁ ἅγιος Σεραφείμ έξηγοῦσε στον Μοτοβίλωφ πώς οὔτε ἡ ἁγνότητα τῆς ζωῆς οὔτε ή ποιότητα, οὔτε τὸ πλῆθος τῶν ἀρετῶν εἶναι ὁ τελικός σκοπός τῆς χριστιανικῆς ζωῆς, ἀλλά οἱ κατάλληλες προϋποθέσεις για να πετύχεις ὅλα αὐτά. Ὁ μόνος θησαυρός πού καταξιώνει τη ζωή εἶναι ἡ πληρότητα τῆς ἐμπειρίας τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ὅταν ἡ ἀνθρώπινη ψυχή δέχεται τή δωρεά τῆς Χάρης καί «λάμπει μέσα στήν τριαδική ενότητα». Ο Μοτοβίλωφ δέν μποροῦσε νά καταλάβει τήν ἐμπειρία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος τότε ξαφνικά ὁ ἅγιος Σεραφείμ γιά νά τοῦ δώσει να καταλάβει πραγματικά, τόν ἔκανε μέτοχο καί αὐτόπτη μάρτυρα τοῦ θαύ ματος. Τό πρόσωπο τοῦ ἁγίου ἄρχισε νά λάμπει μυστηριωδώς. Ὅταν τόν ρώτησε γιατί δέν τόν κοιτοῦσε, ὁ Μοτοβίλωφ ἀπάντησε: «Δέν μπορῶ νά κοιτάζω, πάτερ μου. Από τά μάτια σας βγαίνουν ἀστραπές, το πρόσωπό σας εἶναι πιό φωτεινό κι από τόν ἥλιο καί τά μάτια μου ὑποφέρουν». Στή συνέχεια ὁ Μοτοβίλωφ ἀναφέρει αὐτό πού εἶδε μέ τά ἑξῆς λόγια: «Φανταστείτε στο μέσον τοῦ ἡλίου, στήν ἔνταση τῶν ἀκτίνων τοῦ μεσημεριοῦ, τό πρόσωπο ἑνός ἀνθρώπου νὰ σᾶς μιλᾶ. Βλέπετε τίς κι νήσεις τῶν χειλιῶν του, τήν ἔκφραση τῶν ματιῶν του πού άλλάζει, ἀκοῦτε τή φωνή του, αἰσθάνεστε κάποιον ποὺ σᾶς κρα τᾶ ἀπό τούς ὤμους δέν βλέπετε ὅμως οὔτε τά χέρια του, οὔτε τὸ σῶμα του, ἀλλά μόνον ἕνα ἐκτυφλωτικό φῶς πού ἀπλώνεται μακριά, καί φωτίζει τριγύρω τό ξέφωτο μέ μιά φωτεινή ἀχλύ να καλύπτει κι ἐμένα καί το σεβάσμιο γέροντα». Μ' αὐτά τα λόγια ὁ Μοτοβίλωφ περιγράφει τή θεωρία τοῦ ἀκτίστου φωτός πού κάλυψε τόν ἄγιο Σεραφείμ αὐτό τό ἴδιο φῶς τῆς Μεταμόρφωσης τοῦ Σωτήρα φωτίζει τούς Αγίους, ντύνει μέ δόξα τή μία καί καθολική Εκκλησία. Η Σύνοδος καθόρισε μέ τα λόγια τοῦ ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ, ὅτι τὸ φῶς αὐτό εἶναι: «ἡ ἀνείπωτη δόξα, ή τελειότατη δόξα καί προαιώνια Θεότητα, ἡ ἄναρχη καί ἀτελεύτητη δόξα καί βασιλεία τοῦ Θεοῦ, ἡ ἀλήθεια καί πολυεπιθυμητή ὡραιότητα, ἡ Θεότητα τοῦ Πατρός καί τοῦ Ἁγίου Πνεύματος πού εδρεύει στόν μονογενή Yió». Αν βάλουμε τά λόγια τοῦ ἁγίου Συμεῶνος δίπλα στα λόγια τοῦ ἁγίου Σεραφείμ μέ τό Μοτοβίλωφ, διαπιστώνουμε μέ ἔκπληξη τήν ἐξαιρετική ὁμοιότητά τους, ὄχι μόνο στή γνώση τοῦ φωτός, ἀλλά καί στίς γλωσσικές ἐκφράσεις τῶν δύο ἀγίων ὅταν μιλοῦν γιὰ τὸ φῶς καί δίνουν τόν τελικό όρισμό του. Το ἴδιο βρίσκουμε καί σ' ἄλλους αὐτόπτες μάρτυρες τοῦ ἀκτίστου καί θείου φωτός. Η συγγένεια, ἡ ἐσωτερική ἐμπειρία τῶν ἁγίων ὅσο μακριά κι ἄν βρίσκεται ὁ ἕνας ἀπό τόν ἄλλο μέσα στόν χρόνο, μοιάζουν μέ φωτοφόρο κῦμα ποὺ μᾶς παρασύρει πρός τό ἀνέσπερο φῶς τῆς μελλούσης Ἡμέρας. Κι ό θρίαμβος, στη μάχη γιά τήν καθαρότητα τῆς ὀρθοδόξου διδα σκαλίας τοῦ θεῖου φωτός τῆς Μεταμόρφωσης, ενώθηκε έκκλησιαστικά μέ τόν ἑορτασμό τῆς Νίκης τῆς Ὀρθοδοξίας. Ἡ Μεταμόρφωση τοῦ Κυρίου στο Ὄρος Θαβώρ εἶναι ὁ δρόμος, ἡ εἰκόνα καί ἡ κορυφή τῆς μεταμόρφωσης ὁλόκλη ρου τοῦ κόσμου. Ἄν παρέμενε ἕνα ἀπλό θαῦμα μέσα στη σειρά τῶν εὐαγγελικῶν γεγονότων, θά μᾶς ἦταν ἀκατανόητη.
Πηγή:
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ ΕΝΟΣ ΕΙΚΟΝΟΓΡΑΦΟΥ .
Π.Γρηγορίου Κρούγκ. Εκδοσεις Παναγόπουλου
Μεταφραση Σπυριδωνος Μαρίνη
–————————————
**THE TRANSFIGURATION OF THE LORD**
In the liturgical cycle of the Church, three feasts are closely connected with similarities that classify them in the same family. These are the feast of Pentecost, Epiphany, and the Transfiguration of the Lord. The feasts are united because of their Trinitarian nature.
At Pentecost, the Holy Spirit, in the form of tongues of fire, introduces us to the depths of the knowledge of God, simultaneously revealing that the life of the Holy Trinity is genuinely accessible to us.
On the feast of Epiphany, the Three Persons of the Holy Trinity are presented through sanctifying actions, preparing our salvation with the saving energy that pours forth and sanctifies the world.
At the Transfiguration, the Holy Trinity is first presented in the glory of the Divine uncreated light. It is nothing but light, light that mysteriously transforms everything.
The summit of Mount Tabor, on which the Savior took the chosen disciples, is filled with divine light, with the ineffable glory of the Divinity. The image of the feast is entirely filled with this diffusion of divine light. The whole surface of the icon becomes a “vessel” of light. The arrangement of the representations on the icon, (the luminous cloud overshadowing the Lord, the movement of the rays indicating divine energies-powers, the movement of Mount Tabor and the violent fall of the Apostles), all elements that compose the foundation of the icon's theme, speak of light and are defined by it. The cloud is filled with the light - the glory of the Holy Spirit, which covers the Lord and clothes Him in a white garment, filled with fine golden rays indicating the radiance of Divine power.
The brilliance of the light emitted by the Lord illuminates the clothes of Moses and Elijah, the fallen Apostles, and the protrusions of Mount Tabor. The very mountain seems to have always prepared its shape to accommodate the Lord, with its two lateral peaks representing His companions: Elijah intercedes for the living and Moses for the dead. The garment of the Lord and His disciples is lifted by a strong wind, filled with mysterious light emanating from the Savior. The Apostles are depicted prostrate, covering their faces with their garments. The Divinity, according to Archbishop Innocent of Kherson, hidden under the “flesh”, made its presence manifest and shone like lightning. The prayer raised and demonstrated the fullness of the Divinity of Jesus, which remained hidden within His humanity, the light penetrated the body and shone on the face of the God-man. It crowned and transformed His very garments.
The miracle of the Transfiguration did not occur before the people nor before all the disciples, but only before three chosen by Christ, capable of enduring the vision of this unbearable glory. And it is not suddenly that the Lord made them witnesses of His Transfiguration, but after they first ascended to the summit of Mount Tabor, showing that one cannot witness the Transfiguration of the Lord anywhere and anyhow, but after an effort of “ascent”. In ecclesiastical life, those called to theoria from the heights of this ascent are the ascetics. The ascent to the peak of quietude leads them to the vision of the divine light, and the Church preserves a great number of examples for this light, which shines with the experience of devotion to prayer and theoria. Regarding the nature of this mysterious light that shone at the Transfiguration of the Savior, there were disagreements and discussions, especially in the monasteries of Mount Athos, whose summit is crowned by the Church of the Transfiguration. On Mount Athos, where the internal experience of the ascetics “in quietude” (hesychasts) united with a particular force in theoria of the Tabor light, discussions arose concerning the nature of this light. Some dissenters, led by Barlaam, influenced by Western scholastic theology, believed that the light seen by the disciples on Tabor was not the uncreated light, the light of God Himself, but a created manifestation from God and could be seen because of this created character.
Barlaam also considered every action of Divine Grace and every manifestation of divine energies as created: “the common grace of the Father, Son, and Holy Spirit, and the light of the future age, as well as the Righteous, simply, every power and action of the tri-hypostatic Divinity, and everything in any way different from the divine nature, he foolishly decreed to be created...” (Synaxarion of the Second Sunday of Lent). The hesychast controversy concluded with the Synod of Constantinople and the confession of faith of Saint Gregory Palamas, who exposed Barlaam and his companion Akindynos, firmly establishing the Orthodox teaching regarding the nature of Grace and the energy of God, as well as the light on Tabor. According to Saint Gregory Palamas, the light seen by the disciples on Mount Tabor was not a formed, created light, but a radiation of God Himself, a radiation of the light of the Grace of the Holy Trinity that enlightens and sanctifies the entire world.
“The light of the Transfiguration of Christ mysteriously fills the Church, making the angelic hierarchy bearers of light; signs of light are the saints, the light which is from now the coming Age. The saints not only bear witness to the light of Tabor, but they themselves are filled with light, looking face to face at the glory of our Lord will be transformed by the Spirit of God and move from glory to glory.' (Saint Innocent of Kherson).
Saint Simeon the New Theologian speaks of the light with these words: “The Grace of the Holy Spirit, coming like an intellectual light, comes with sweetness and brings joy, that is, the reflection of the eternal light and the radiance of the endless bliss. It makes man a beloved son of God and God according to the measure that man can contain.” He also says: “The mind that is united with God becomes like light. It is therefore light and sees the light, that is, God. The mind is considered only united with this light and watches with vigilance.”
Among the countless examples we have for the light on Tabor, one of them is very well known to us, the light we know from the miracles of Saint Seraphim. The appearance of the light of divine grace, which fully crowned the conversation of the saint with his friend Motovilov when they spoke about the meaning and purpose of Christian life. In this conversation, Saint Seraphim explained to Motovilov that neither the purity of life nor the quality, nor the multitude of virtues is the ultimate goal of Christian life, but the appropriate conditions to achieve all these. The only treasure that dignifies life is the fullness of the experience of the Holy Spirit, when the human soul receives the gift of Grace and “shines within the Trinitarian unity.” Motovilov could not understand the experience of the Holy Spirit, so suddenly Saint Seraphim, to make him truly understand, made him a participant and eyewitness of the miracle. The face of the saint began to shine mysteriously. When he asked why he was not looking at him, Motovilov replied: “I cannot look, father. From your eyes come flashes, your face is brighter than the sun and my eyes suffer.” Then Motovilov recounts what he saw with the following words: “Imagine in the middle of the sun, in the intensity of its noon rays, the face of a man speaking to you. You see the movements of his lips, the expression of his eyes changing, you hear his voice, you feel someone holding you by the shoulders, but you do not see either his hands or his body, but only an all-encompassing light that spreads far, and illuminates the clearing around with a luminous haze covering both me and the venerable elder.” With these words, Motovilov describes the vision of the uncreated light that covered Saint Seraphim, the same light of the Transfiguration of the Savior that illuminates the saints, clothes the one and universal Church with glory. The Synod determined with the words of Saint Gregory Palamas that this light is: “the unspeakable glory, the most perfect glory and eternal Deity, the beginningless and endless glory and kingdom of God, the truth and much-desired beauty, the Deity of the Father and the Holy Spirit that resides in the only-begotten Son.” If we place the words of Saint Simeon next to the words of Saint Seraphim with Motovilov, we are surprised by their remarkable similarity, not only in the knowledge of the light but also in the linguistic expressions of the two saints when speaking about the light and giving its final definition. The same is found in other eyewitnesses of the uncreated and divine light. The kinship, the internal experience of the saints, no matter how far one is from the other in time, seems like a luminous wave that carries us towards the unsetting light of the coming Day. And the triumph in the battle for the purity of the orthodox teaching of the divine light of the Transfiguration was ecclesiastically united with the celebration of the Triumph of Orthodoxy. The Transfiguration of the Lord on Mount Tabor is the path, the image, and the summit of the transformation of the entire world. If it remained a simple miracle within the series of evangelical events, it would be incomprehensible to us.
Source:
NOTES OF AN IKONOGRAPHER.
Fr. Gregory Krug. Panagopoulos Publications.
Translation by Spyridon Marinis
Μεταμόρφωσις, μουσείο ΜΠΕΝΑΚΗ, Αθήνα, 15ος αι.
Μεταμορφωσις, Φορητή εικόνα,Θεοφανης ο Κρης, Μονή Σταυρονικήτα, 15ος αι
Μεταμόρφωσις, τοιχογραφία, Ούμπισι, Γεωργία, 14ος αι.
Μεταμόρφωσις, Βρετανικό μουσείο, 14ος αι.
Μεταμόρφωσις, φορητή εικονα,12ος αι, Μουσείο Ερμοταζ, Αγια Πετρούπολη
Μεταμορφωσις,45Χ 35, Αυγοτεμπερα σε ξυλο, Εικονα του εργαστηρίου μας. 2017
Μεταμόρφωσις, Τοιχογραφία του εργαστηρίου μας, Ι Μ. Πρ. Ηλιου Πρέβεζα, 2023
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου